Πριν από μερικές μέρες βρέθηκε στην Ελλάδα ο Χουάν Βιγιόρο, μεξικανός συγγραφέας, δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός, σεναριογράφος, μουσικός παραγωγός, μεταφραστής, ακτιβιστής, και πολλά άλλα.

Προσκεκλημένος του Φεστιβάλ, ΛΕΑ (Λογοτεχνία εν Αθήναις), παρουσίασε στο αθηναϊκό κοινό δύο από τα βιβλία του που μόλις κυκλοφόρησαν στα ελληνικά: «Ο ύφαλος» από τις εκδόσεις Φιλύρα και «Οι ένοχοι» από τις εκδόσεις Κουκίδα, μίλησε για την πατρίδα του το Μεξικό και ήταν παρών στο εργαστήριο συλλογικής μετάφρασης δύο διηγημάτων του, που διοργάνωσε το Αbanico.

Με την ευκαιρία αυτής της επίσκεψης, κατάφερα να του κάνω κάποιες ερωτήσεις, τις απαντήσεις των οποίων θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας σ’ αυτή τη δημοσίευση. 

1) Στα βιβλία σου παρουσιάζεις το ποδόσφαιρο σαν μια αλληγορία της ζωής. Τι ερμηνεία θα μπορούσαμε να δώσουμε για την ελληνική κοινωνία μέσα απ’ αυτό;

Παρόλο που δεν είμαι ειδικός στο ελληνικό ποδόσφαιρο, πιστεύω πως κάθε χώρα έχει ένα ξεχωριστό τρόπο να συνδέεται με το ποδόσφαιρο. Πρόκειται εξάλλου για την πιο οργανωμένη και πιο διαδεδομένη μορφή ψυχαγωγίας στον πλανήτη μας. Είναι ο πιο δημοφιλής τρόπος διασκέδασης. Πιστεύω πως κάθε χώρα φανερώνει πολλά για τον εαυτό της μέσα απ’ το ποδόσφαιρό. Χωρίς αμφιβολία, η Ελλάδα έχει μεγάλο πάθος γι’ αυτό το άθλημα, το απέδειξε εξάλλου με τους πανηγυρισμούς της όταν κέρδισε το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Ταυτόχρονα όμως, η Ελλάδα είναι και μια χώρα σε διαρκή οικονομική κρίση και μάλιστα σε μια πολύ άνιση σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και αυτό φαίνεται και στο ποδόσφαιρό της. Όχι μόνο στην αδυναμία της να αποκτήσει τους πιο καλοπληρωμένους ποδοσφαιριστές του κόσμου, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο παίζουν οι ομάδες. Πιστεύω πως γενικά, όταν οι ελληνικές ομάδες συμμετέχουν στα πρωταθλήματα, έχουν τη συμπεριφορά των ομάδων που κυνηγούν ηρωισμό. Συμπεριφέρονται, δηλαδή, ως ομάδες αδύναμες και γι’ αυτό δεν είναι πολύ ριψοκίνδυνες, αντιδρούν εκ των υστέρων, η στάση τους είναι αμυντική και περιμένουν τη νίκη σαν τους στρατιώτες της Σαλαμίνας. Περιμένουν πως ένας στρατός πιο ισχυρός θα μπορούσε να ηττηθεί από κάποιον όχι και τόσο δυνατό.

Πιστεύω πως αυτό λέει πολλά για τη γεωπολιτική θέση που η Ελλάδα κατέχει στην Ευρώπη, και δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς γιατί το ποδόσφαιρο είναι συνήθως ένας καθρέφτης της δύναμης μιας κοινωνίας. Σε κάποιες περιπτώσεις αντικατοπτρίζει και τα ιδανικά της. Σε κάποιες εποχές, το αργεντινό ποδόσφαιρο ξεπέρασε κατά πολύ την οικονομία της Αργεντινής, ή το ποδόσφαιρο της Βραζιλίας ξεπέρασε αντίστοιχα την οικονομία της. Είναι ο αντικατοπτρισμός μιας χώρας του μέλλοντος. Η Γαλλία στο Μουντιάλ του 1998, έδωσε την εικόνα μιας ιδανικής Γαλλίας, της χώρας που εξύμνησε τα δικαιώματα του ανθρώπου, μιας χώρας πολυπολιτισμικής, όμως αυτό αντιστοιχεί σε ένα είδωλο παρά σε μια πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν, η σχέση των χωρών με το ποδόσφαιρο έχει αρκετό ενδιαφέρον γιατί άλλες φορές πλησιάζουν αρκετά στο σαρωτικό σθένος της Γερμανίας και άλλες την αδυναμία χωρών που δεν έχουν την ίδια ισχύ.

2) Πιστεύεις πως η όποια εξουσία μπορεί να χρησιμοποιήσει το ποδόσφαιρο για να χειραγωγήσει τις μάζες;

Φυσικά, και αυτό είναι εξακριβωμένο. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, μια χώρα με μεγάλη πολιτιστική παράδοση, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, κατάφερε να κερδίσει την προεδρία μετά από το μεγάλο κύρος που απέκτησε ως ιδιοκτήτης της Μίλαν. Επιπλέον, χρησιμοποίησε ένα ποδοσφαιρικό σύνθημα της εθνικής Ιταλίας για το κόμμα του, το "Forza Italia". Βλέπουμε λοιπόν πως αν αυτό μπορεί να συμβεί στην Ιταλία, τότε λογικά μπορεί να συμβεί και σε άλλες χώρες. Στη Γιουγκοσλαβία ο Μιλόσεβιτς ήταν αυτός που ουσιαστικά αποφάσιζε για το τι θα συμβεί με τον «Ερυθρό Αστέρα». Στο Μεξικό οι πολιτικοί προσπαθούν να πλησιάσουν την εθνική ομάδα ή τους σημαντικότερους παίκτες της για να αποκτήσουν μεγαλύτερη δημοτικότητα. Είναι σύνηθες το ποδόσφαιρο να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης αφού είναι η πιο σημαντική έκφραση της βιομηχανίας του θεάματος. Βλέπουμε για παράδειγμα στη Βαρκελώνη ότι οι πολιτικοί που τάσσονται υπέρ της ανεξαρτησίας, έχουν συνδέσει την ποδοσφαιρική ομάδα με την ανεξαρτησία, κάτι που είναι εντελώς παράλογο γιατί αν η Barça καταλήξει να ανήκει σε διαφορετική χώρα, δεν θα μπορέσει να ξαναπαίξει στο ισπανικό πρωτάθλημα κι έτσι θα χάσει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει την τόσο μισητή Real Madrid. Όλα αυτά όμως γίνονται για πολιτικούς λόγους. 

3) Λες ότι οι φίλαθλοι στο Μεξικό δεν είναι βίαιοι. Παρόλα αυτά η βία είναι παρούσα σε πολλές πτυχές της μεξικανικής ζωής. Θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε κάποια πολιτισμική ρίζα στη σημερινή βία που μαστίζει το Μεξικό και να τη συσχετίσουμε με τις μάχες που διεξάγονταν για τη σύλληψη αιχμαλώτων με σκοπό την ανθρωποθυσία ή με την αντίληψη για το θάνατο που είχαν οι αρχαίοι λαοί;

Αυτή είναι μια πολύ σύνθετη, αλλά συνάμα πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Ο μεξικανός ποδοσφαιρόφιλος συνήθως είναι αρκετά ειρηνικός, μεταξύ άλλων γιατί δεν είναι πολύ συνηθισμένος στη νίκη. Γνωρίζουμε πως αν το Μεξικό παίζει με κάποια άλλη χώρα, το πιο πιθανό είναι να χάσει ή στην καλύτερη περίπτωση να ισοφαρίσει. Δεν έχουμε πολύ καλές αναμνήσεις σαν εθνική ομάδα. Οι ομάδες μας είναι πολύ ασταθείς και όποιος κερδίσει το πρωτάθλημα -τα πρωταθλήματά μας είναι μικρής διάρκειας, διαρκούν λιγότερο από έξι μήνες- δύσκολα περιμένει ότι θα κερδίσει και το επόμενο. ‘Έτσι ο μεξικάνος φίλαθλος έχει συνηθίσει την ήττα και την απογοήτευση. Γι’ αυτό το λόγο θεωρεί πως το πιο διασκεδαστικό στο ποδόσφαιρο είναι η ίδια η γιορτή: ο κόσμος, το φαγητό που πουλάνε στα γήπεδα, τα συνθήματα που ακούγονται στις κερκίδες, οι μεταμφιέσεις… Είναι ένα μεγάλο πανηγύρι όπου οι θεατές απολαμβάνουμε περισσότερο τον εαυτό μας παρά το αποτέλεσμα, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα υπέρ μας. Παρότι όμως γενικά το μεξικανικό ποδόσφαιρο είναι ειρηνικό, ακόμα και αυτή η άποψη έχει αρχίσει να αλλάζει μετά από διάφορες σκηνές βίας στα μεξικανικά στάδια. Η βία έχει πια ανθήσει. Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι τα στάδια είναι ένας μεγεθυντικός καθρέφτης της κοινωνίας. Είναι σαν εκείνους τους κοίλους και τους κυρτούς καθρέφτες που βλέπουμε στα πανηγύρια, που σε κάνουν να φαίνεσαι πιο αδύνατος και πιο ψηλός ή πιο κοντός και πιο χοντρός, παραμορφώνοντας λίγο την πραγματικότητα. Έτσι είναι και τα γήπεδα, ό,τι συμβαίνει έξω απ’ αυτά, εκεί μέσα αντικατοπτρίζεται με μια δόση υπερβολής. Αν στην κοινωνία υπάρχει ρατσισμός, στο γήπεδο αυτό ξεσπάει σαν τεράστιο πρόβλημα. Έτσι, η βία περνάει και στα μεξικάνικα γήπεδα, τώρα πια.

Είναι αλήθεια ότι το Μεξικό είναι μια πολύ βίαιη χώρα. Τα τελευταία 10 χρόνια έχουν καταγραφεί σχεδόν 200 χιλιάδες βίαιοι θάνατοι και γύρω στους 50 χιλιάδες εξαφανισμένοι. Το 2016, υπολογίστηκε ότι κάθε μήνα ανακαλύπτονταν 500 άτομα σε ομαδικούς τάφους. Είναι φοβερό! Το Μεξικό είναι μια τεράστια νεκρόπολη στην οποία πολύς κόσμος έχει έναν τάφο χωρίς το όνομά του και αυτός ο τάφος είναι ομαδικός. Οι δημοσιογράφοι που κάνουν έρευνες για τη βία δέχονται απειλές για τη ζωή τους. Σ’ αυτή την κατάσταση που έχει προκύψει από το εμπόριο ναρκωτικών, σκέφτεται κανείς ποιο είναι το νόημα της ζωής. Αυτό που λες σχετικά με το μεξικανικό παρελθόν και τις ανθρωποθυσίες είναι πολύ ενδιαφέρον για να γίνει μια σύγκριση.

Στο μυθιστόρημα μου «Ο ύφαλος», μιλάω γι αυτό ακριβώς το θέμα. Το μυθιστόρημα τοποθετείται σε ένα ξενοδοχείο το οποίο διαθέτει προγράμματα ψυχαγωγίας που έχουν σχέση με τον κίνδυνο. Ο άνθρωπος χρειάζεται κάποια δόση αδρεναλίνης και γι’ αυτό ασχολείται με επικίνδυνα σπορ, συλλέγει δηλητηριώδης αράχνες, πίνει ένα ποτηράκι παραπάνω ή καταναλώνει ναρκωτικά που μπορεί να του κάνουν κακό. Αυτά τα ερεθίσματα ταράζουν τον άνθρωπο κι εγώ ήθελα να κάνω μια έρευνα πάνω σ’ αυτό το θέμα που κυριαρχεί στο Μεξικό. Όλα αυτά συμβαίνουν σ’ ένα ξενοδοχείο που ονομάζεται «Η Πυραμίδα» και βρίσκεται στη Ριβιέρα Μάγια, την περιοχή που χτίστηκαν οι μεγάλες πυραμίδες της αρχαιότητας και που γίνονταν και οι ανθρωποθυσίες. Ο πολιτισμός των Μάγια ήταν αρκετά βίαιος σε σχέση με τις σημερινές αντιλήψεις.

Σε μας φυσικά, μπορεί να φαίνεται παράλογο να σκοτώνεις κάποιον προς όφελος του σύμπαντος. Από την άλλη, θα πρέπει να καταλάβουμε την αντίληψη που είχαν οι Μάγια για το σύμπαν: όφειλαν να κατευνάσουν ένα σωρό από θεούς, απαιτητικούς καταπιεστικούς, που τους ζητούσαν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν για να μην εξαπολύσουν καταιγίδες, ξηρασίες, λοιμούς, επιδημίες κτλ. Οι Μάγια ζούσαν σε έναν επισφαλή κόσμο, απειλούμενο με διάφορους τρόπους, και για να προστατευτούν θεωρούσαν ότι έπρεπε να δώσουν κάτι από τον εαυτό τους. Κάτι πολύτιμο και που θα τους πονούσε πολύ. Πρόσφεραν τη ζωή όχι επειδή την περιφρονούσαν, αλλά ακριβώς επειδή αγαπούσαν τόσο αυτούς τους ανθρώπους, όφειλαν να τους προσφέρουν στους θεούς για να μην καταστραφεί το σύμπαν. Ίσως όλα αυτά να μας φαίνονται τώρα παράλογα, αλλά αντιστοιχούν σε μια λογική. Σύμφωνα με τους νόμους της επιβίωσης αν δώσεις στους θεούς μια νεαρή κοπέλα, ίσως να βρέξει όταν το χρειάζεσαι ή ίσως να μη βρέξει τόσο πολύ όταν αυτό μπορεί να προκαλέσει καταστροφές. Οι Μάγια ήταν ένας λαός πολύ σκληρός σε θέματα ηθικής. Ήταν πολύ αυστηροί σε σχέση με τη δολοφονία ή την κλοπή για παράδειγμα. Η ανθρωποθυσία ήταν ακριβώς αυτή η προσφορά που τους πονούσε.

Αν τώρα συγκρίνεις όλα αυτά, (που ίσως μας φαίνονται παράλογα γιατί παραδίνεις έναν ζωντανό άνθρωπο στο θάνατο, αλλά όμως έχει μια αιτία και ένα αποτέλεσμα) με αυτό που συμβαίνει στο σημερινό Μεξικό, τι λόγο έχουν οι θάνατοι; Τι κερδίζουμε με αυτούς; Είναι εντελώς τζάμπα. Δηλαδή, δεν έχουμε τίποτα να κερδίσουμε με 200 χιλιάδες νεκρούς. Η ζωή απλούστατα, όπως λέει και ένα παλιό μεξικάνικο τραγούδι, δεν αξίζει τίποτα [1] . Βρισκόμαστε σε μια φοβερή κοινωνική παρακμή, όπου ο οποιοσδήποτε μπορεί να αφανιστεί λες και είναι αναλώσιμος. Επιπλέον, οι δημοσιογράφοι που θέλουν να ερευνήσουν την υπόθεση, δολοφονούνται κι αυτοί. Είναι μια πολύ δύσκολη περίοδος για το Μεξικό..

4) Παρόλο που η Ελλάδα θεωρείται «το λίκνο της δημοκρατίας», αυτό καθημερινά αμφισβητείται. Στο Μεξικό, συμβαίνει κάτι παρόμοιο. Πιστεύεις ότι έχουμε κάποια κοινά στοιχεία;

Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες ανάμεσα στην Ελλάδα και το Μεξικό και μια από αυτές είναι η δυσαρέσκεια για τη δημοκρατία η οποία για μας είναι περισσότερο λαχτάρα παρά πραγματικότητα. Ανήκει νομίζω στη σφαίρα της επιθυμίας για μια κοινωνία ισότητας και όχι στον τρόπο με τον οποίο ασκείται η δημοκρατία.

Στο Μεξικό κυβερνούσε το ίδιο κόμμα για 71 ολόκληρα χρόνια. Χρειάστηκε πολύ δουλειά για να καταφέρουμε να οργανώσουμε αξιόπιστες εκλογές και να τις κερδίσει κάποιο άλλο κόμμα. Μόλις όμως τα καταφέραμε, οι πολιτικοί των άλλων κομμάτων είχαν παρόμοια συμπεριφορά με το Ανεξάρτητο Επαναστατικό Κόμμα (PRI).

Η δημοκρατία στο Μεξικό έχει μετατραπεί σε μια μεγάλη ευκαιρία για να δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά τα κόμματα και για να ελέγχει τους οικονομικούς πόρους μια ελίτ που περιβάλλει την εξουσία. Τα σκάνδαλα που βλέπει κανείς στις άλλες χώρες, μπορεί να είναι μεγάλα αλλά τα επίπεδα διαφθοράς δεν είναι τόσο. Το Μεξικό βρίσκεται στην πραγματικότητα στον αντίποδα του δημοκρατικού προτύπου, μέχρι σήμερα. Για να μπορέσει ένας υποψήφιος, για παράδειγμα να κατέβει στις εκλογές θα πρέπει να μαζέψει ένα εκατομμύριο υπογραφές σε 17 διαφορετικές πολιτείες, μέσα σε ενάμισι χρόνο. Μόνο δηλαδή μια πολύ καλά δικτυωμένη οργάνωση μπορεί να τα καταφέρει. Υπάρχουν πολλά εμπόδια στη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική ζωή του τόπου.

Η ομοιότητα που έχει με την Ελλάδα είναι ότι οι πολιτικοί δεν αντιπροσωπεύουν τη θέληση του λαού, αλλά λειτουργούν ως μεσάζοντες. Μερικές φορές μπορεί να ψηφίσεις κάποιον υποψήφιο και μετά αλλάζει θέσεις μόλις κερδίσει τις εκλογές. Όλο αυτό είναι μια αντιπροσωπευτική και όχι άμεση δημοκρατία. Αν ήταν άμεση, οι ψηφοφόροι θα ζητούσαν το λόγο από αυτούς που ασκούν μια πολιτική αντίθετη με αυτό που υποσχέθηκαν. 

5) Στο έργο σου εμφανίζονται συνεχώς στοιχεία προερχόμενα από διαφορετικά μέρη του πλανήτη. Σε τι οφείλεται αυτή τόσο ξεκάθαρη οικουμενικότητα;

Ζούμε σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον στο οποίο υπάρχουν σημάδια και σύμβολα από πολλούς διαφορετικούς πολιτισμούς. Η μεξικανική κουλτούρα είχε μια εμμονή με τον εαυτό της για πάρα πολύ καιρό, ήταν μια κουλτούρα εθνικιστική. Προσωπικά πιστεύω πως ο πλούτος του Μεξικού βρίσκεται ακριβώς στο ότι περιλαμβάνει πολλές κοινότητες ιθαγενών, την ισπανική κουλτούρα, τη μοντέρνα κουλτούρα του ανεξάρτητου Μεξικού, μια εγγύτητα με τις Ηνωμένες Πολιτείες που έχει δημιουργήσει ένα είδος κουλτούρας Tex-Mex στην οποία υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση. Επίσης, το Μεξικό είναι μια χώρα ανοιχτή στον κόσμο, ένας σύγχρονος μεξικανός συνδέεται στο διαδίκτυο και έρχεται σε επαφή τόσο με την καθημερινή του πραγματικότητα όσο και με πράγματα που συμβαίνουν μακριά. Νομίζω πως η δυνατότητα της επαφής με άλλες κουλτούρες και γλώσσες είναι από τα πιο όμορφα πράγματα. Παραδόξως, όπως στην Οδύσσεια, αυτό μας οδηγεί ξανά στην πατρίδα. Είναι μια επιστροφή στην πατρίδα με έναν διαφορετικό τρόπο. Για να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του, πολλές φορές πρέπει να περάσει πρώτα από τους άλλους. Εμένα πάντα αυτό μου φαινόταν πολύ ενδιαφέρον. Μερικά από τα διηγήματα που έχω γράψει έχουν να κάνουν με Μεξικανούς που ταξιδεύουν. Ταξιδεύουν κυρίως στον εσωτερικό τους κόσμο. Τα ταξίδια τους στο εξωτερικό τους επιτρέπουν να ανακαλύψουν περισσότερα πράγματα για τον ίδιο τους τον εαυτό. 

6) Ο Μπόρχες, που αν δεν κάνω λάθος, είναι ο αγαπημένος σου συγγραφέας, είπε κάποια στιγμή: «Όλοι είμαστε Έλληνες σε εξορία». Πώς σου φαίνεται αυτή η φράση;

Ο Μπόρχες είπε πολλά ωραία πράγματα για την Ελλάδα, και φυσικά είναι απεριόριστα αυτά που οφείλουμε σ΄ αυτόν τον πολιτισμό. Ακόμα και πράγματα που θεωρούμε δεδομένα όπως η τέχνη της συζήτησης. Λέει ο Μπόρχες ότι προέρχεται από κάποιους Έλληνες που αποφάσισαν ότι ο τρόπος για να κατανοήσουν ο ένας τον άλλο ήταν η συζήτηση χωρίς να είναι απαραίτητο να συμφωνούν, αλλά με διαφωνίες, αναβολές, με το να καταλαβαίνουν ότι ο άλλος έχει δίκιο. Προφανώς αναφέρεται στους πλατωνικούς διαλόγους και σε ό,τι άλλο έχει φτάσει σε μας από τις αρχαίες ελληνικές συζητήσεις. Δεν υπάρχουν πολλές μαρτυρίες για άλλους πολιτισμούς που ο κόσμος να συζητούσε με αυτό τον τρόπο, διερευνώντας ιδέες, αμφιβάλλοντας, αναστέλλοντας βεβαιότητες. Ένα από τα πιο ωραία πράγματα που μπορούμε να ασκήσουμε ακόμα. Η συζήτηση, είναι κάτι που πολιτισμικά, προέρχεται από την Ελλάδα. Από την Ελλάδα έρχονται επίσης και αρκετές άλλες ιδέες όπως για παράδειγμα η δημοκρατία αλλά και η ανθρώπινη υπόσταση. Ο άνθρωπος μπορεί να βρεθεί μόνος απέναντι στους θεούς, όπως για παράδειγμα ο Έκτορας που αντιμετωπίζει τον Αχιλλέα. Ο Έκτορας γνωρίζει ότι είναι άνθρωπος, γνωρίζει την θνητή υπόσταση του ανθρώπου.

7) Υπάρχει κάποιος Έλληνας συγγραφέας που προτιμάς;

Η γενιά μου μεγάλωσε διαβάζοντας αρκετά Έλληνες ποιητές, όπως ο Ελύτης, ο Καβάφης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Σεφέρης. Προσωπικά, έχω γράψει ένα μυθιστόρημα, το El testigo [2] που έχει μια αναφορά στον Καβάφη ο οποίος μου αρέσει πολύ. Έχουμε την τύχη να έχουμε στο Μεξικό πολύ καλούς μεταφραστές από τα ελληνικά στα ισπανικά. Υπάρχει μια μεγάλη παράδοση ελληνιστών, ξεκινώντας από τον Alfonso Reyes, και συνεχίζοντας με τον Jaime García Terrés που ήταν πρέσβης του Μεξικού στην Ελλάδα, καθώς επίσης και με τον ίδιο τον Octavio Paz, που παρόλο ότι δε μιλούσε ελληνικά, είχε Έλληνες φίλους και ήρθε πολύ κοντά στην ελληνική ποίηση. Όλοι αυτοί οι ποιητές έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, όχι μόνο σε μένα, αλλά και σε ολόκληρη τη γενιά μου.

Ένα βιβλίο που διαβάσαμε με πάθος οι συγγραφείς της γενιάς μου δεν είναι ελληνικό, αλλά είναι ένας φόρος τιμής στην Ελλάδα, είναι ο Κολοσσός του Μαρουσιού του Χένρι Μίλλερ. Είναι ένα βιβλίο για την Ελλάδα, για την παραμονή του εδώ και γενικότερα είναι ένας εγκωμιασμός του ελληνικού πολιτισμού. 

8) Σε μια από τις δημοφιλείς δημοσιεύσεις σου στο twitter έγραψες:

« Μιλάμε πολύ περισσότερα ελληνικά απ’ όσα φανταζόμαστε. Σου έχει περάσει ποτέ απ΄ το μυαλό να μάθεις ελληνικά, και αν ναι, γιατί δεν το έκανες; 

Θα μου άρεσε πάρα πολύ. Κοίτα, εμένα μου αρέσει πολύ να μαθαίνω γλώσσες και φυσικά τα ελληνικά είναι μία απ’ αυτές, όμως το πιο διασκεδαστικό θα ήταν να τα μάθω ζώντας εδώ.

Με γοητεύουν αρκετά δύο νεκρές γλώσσες και δύο ζωντανές. Με γοητεύουν τα λατινικά και τα μάγια και με γοητεύουν τα ρώσικα και τα ελληνικά. Μιλάω αρκετές γλώσσες, τις περισσότερες χάλια, αλλά αυτές τις τέσσερις τις αγαπώ και θα ήθελα μια μέρα να μπορέσω να μάθω μια από αυτές. Εξάλλου, είναι πολύ καλή άσκηση για το μυαλό η εκμάθηση μιας γλώσσας. Όσο αρχίζεις να ξεχνάς πράγματα, λένε πως μαθαίνοντας μια ξένη γλώσσα μπορείς να βελτιώσεις τη μνήμη σου. 

Απόδοση στα ελληνικά από το mimundogriego.com

Φωτογραφίες: Juanita la Quejica

[1] La vida no vale nada: Τραγούδι του José Alfredo Jiménez από την ομώνυμη ταινία του 1955, τραγουδισμένο από τον Pedro Infante.

[2] El testigo:. O μάρτυρας. Δεν έχει μεταφραστεί ακόμα στα ελληνικά.